Page 65 - Microsoft Word - τελικό αρχείο

Basic HTML Version

Η καθημερινότητα του πρωτοφασισμού στο σχολείο
Σαραφίδης Θ.
Κοινωνίας Δρώμενα, τ. 2, 2014
65
φαινομενικά, αυτή η εμπλοκή είναι καθεκτική
σε
ένα
σύστημα
σημειολογίας
που
εγκαθιδρύεται εκ των προτέρων. Να το
θέσουμε διαφορετικά, ενώ οι μαθητές μπορεί
να εμπλέκονται πολύ καλά σε μία σχέση
διάδρασης στη δουλειά τους, υπάρχει πάντα ο
κίνδυνος τέτοιες διαδράσεις να αναπαράγουν
απλά την δογματική εικόνα της σκέψης.
Βρίσκοντας ασφάλεια στη λογική της
αναπαράστασης,
η παιδαγωγική ζωή γίνεται
αντιδραστική, δεσμεύοντας την επιθυμία του
μαθητή στις μονότονες αισθαντικότητες της
αγέλης» (Wallin, 2010: 68-69).
Ο σχολικός θεσμός ως χώρος σημειωτικής
παραγωγής αναδύεται μέσα από την κανο-
νικοποίηση των συμπεριφορών, που στοχεύει στην
πειθάρχηση των σωμάτων, με σκοπό την αύξηση
της παραγωγικότητας τους. Η διακυβέρνηση της
αλήθειας συνίσταται στην γραμμικά ιεραρχική
διάταξη των ρουτινών της εκπαιδευτικής
παραγωγής, με σκοπό την επιτήρηση, τον έλεγχο
και τη διόρθωση τους. Η σημειωτική, η
διακυβέρνηση και η πειθαρχία συναρθρώνονται
στο πανοπτικό σχολείο. Έτσι αναπαράγεται η
βασική διαίρεση του καταμερισμού εργασίας
ανάμεσα σε διευθυντές και διευθυνόμενους,
ειδικούς και μη, οδηγώντας τα υποκείμενα στην
εκάστοτε αναζήτηση των ηγετών της καθημερινής
ζωής. Παράλληλα η επιβράβευση όσων πει-
θαρχούν και επιβεβαιώνουν την ενσωμάτωση τους
στο σχολικό θεσμό (οικονομικά και συμβολικά
βραβεία, ανάθεση ρόλου απουσιολόγου κ.ά.)
παράγει την αναπαράσταση ενός μικρού ήρωα στα
δίκτυα της καθημερινότητας του καπιταλιστικού
κώδικα: η επιμελής φροντίδα του εαυτού μπορεί
να οδηγήσει στην επιτυχία σου, φρόντισε και
πολέμα εναντίων όλων για αυτήν μέχρι θανάτου.
«Αυτό που μαθαίνει κανείς στο σχολείο ή το
πανεπιστήμιο·
δεν
είναι
ουσιαστικά
ένα
περιεχόμενο ή δεδομένα, αλλά ένα συμπεριφορικό
μοντέλο προσαρμοσμένο σε συγκεκριμένες κοινω-
νικές κάστες» (Guattari, 2009: 279). Η έμφαση της
εκπαίδευσης στη λογοκεντρική έκφραση (γραπτή,
προφορική, οπτικοακουστική κλπ) αναπαράγει τη
σημειωτική κυριαρχία του ομιλητή πάνω στον
ακροατή, του ειδικού στον μη-ειδικό, που μέσα
από την ιεραρχική διάταξη κωδικοποιημένων λει-
τουργιών και ρόλων συνδέει τα υποκείμενα ως
μηχανές στην καπιταλιστική πυραμίδα. Τελικά, η
εξέταση της γραπτής και προφορικής έκφρασης
είναι μία ομολογία πίστης, στο αόρατο χέρι της
αγοράς.
«Η εξέταση συνδυάζει τις τεχνικές της
ιεραρχίας που επιτηρεί και εκείνες της
κύρωσης που «κανονικοποιεί». Πρόκειται για
μία κανονιστική επιστασία, για μια επιτήρηση
που -επιτρέπει τον χαρακτηρισμό, την ταξινό-
μηση και την τιμωρία. Εμφυτεύει στα άτομα
μία ορατότητα που επιτρέπει τον διαφορισμό
τους και την τιμωρία τους. Για αυτό και σε όλα
τα πειθαρχικά συστήματα, η εξέταση είναι
κατεξοχήν τυποποιημένη. Η εξέταση συν-
δυάζεται με την τελετή της άσκησης της
εξουσίας και τη μορφή της εμπειρίας, με την
επίδειξη της ισχύος και την ανεύρεση της
αλήθειας. Στο κέντρο κάθε πειθαρχικής
διαδικασίας, η εξέταση φανερώνει την
καθυπόταξη εκείνων που θεωρούνται ως
αντικείμενα και την αντικειμενοποίηση εκεί-
νων που καθυποτάσσονται. Στην εξέταση ανα-
φαίνεται περίτρανα η επιπρόσθεση των σχέ-
σεων εξουσίας και γνώσης» (Foucault, 1989:
245).
Το παιδί μέσα στο σχολείο εντάσσεται σε μία
ρουτίνα προαποφασισμένων από το κράτος και
την αγορά επιλογών, που το κοινωνικοποιούν σε
μία ταυτότητα αναπαραγωγού και καταναλωτή
των κυρίαρχων αξιών. Και αν αυτό ήταν έμμεσο
και ασαφές στη μέχρι τώρα εκπαίδευση, γίνεται
άμεσο και ξεκάθαρο στα πλαίσια της νέας
εκπαιδευτικής πολιτικής, που προσαρμόζει το
σύστημα στην λογική της ευελιξίας του
καπιταλισμού. Μέσα από μία ανταποδοτική λογική,
αμείβεται με ένα βαθμό για τη συνέπεια του, ως
προς τους στόχους που θέτει το εκάστοτε
παραγωγικό οικοδόμημα της εκπαίδευσης. Σε όλη
αυτή την πορεία συλλέγει καταρτίσεις, που συχνά
θα αποδειχτούν άχρηστες ακόμα και για αυτή την