Page 63 - Microsoft Word - τελικό αρχείο

Basic HTML Version

Η καθημερινότητα του πρωτοφασισμού στο σχολείο
Σαραφίδης Θ.
Κοινωνίας Δρώμενα, τ. 2, 2014
63
εξατομικευμένες ατομικότητες και στο απεδα-
φικοποιημένο
έδαφος
της
Αγοράς.
Η
νεοφιλελεύθερη υποκειμενοποίηση οδηγεί στη
μοριακή ανάδυση πολλών καθημερινών μικρο-
φασισμών και στο πλαίσιο του σχολείου. Για τον
Guattari «το πρόβλημα της εκπαίδευσης δεν είναι
ιδεολογικό, αλλά είναι ένα πρόβλημα οργάνωσης
της εξουσίας: είναι η ειδική εκπαιδευτική εξουσία
που την κάνει να φαίνεται ως ιδεολογία, κάτι που
είναι μία καθαρή ψευδαίσθηση» (2009: 38). Και η
εξουσία από το 19
ο
αιώνα και μετά αναδύεται
μέσα από τις ορθολογικότητες διακυβέρνησης: της
αλήθειας, του κράτους και της οικονομίας
(Foucault, 2008: 313). Αυτές οι ορθολογικότητες
αρθρώνονται στις νεωτερικές κοινωνίες στην
αρχιτεκτονική του Πανοπτικού.
«Οικονομική ελευθερία, φιλελευθερισμός και
πειθαρχικές τεχνικές συνδέονται ολοκλη-
ρωτικά μεταξύ τους. Στην αρχή της καριέρας
του, γύρω στα 1792-1795, ο Μπένθαμ
παρουσίασε το περιβόητο Πανοπτικό ως μία
διαδικασία για θεσμούς όπως σχολεία,
εργοστάσια, και φυλακές που μπορούσε να
κάνει κάποιον ικανό να επιτηρεί την επαφή
των ατόμων ενώ θα αύξανε την ικανότητα
τους για κέρδος και την παραγωγικότητα
τους» (Foucault, 2008: 67).
Στα πλαίσια του σχολείου συμβαίνουν
διαδικασίες υποκειμενοποίησης που συνδέονται
άμεσα τόσο με τη νεοφιλελεύθερη διακυβέρνηση
της αλήθειας όσο και με την πανοπτική διαχείριση
των σωμάτων των μαθητών/τριών. Στο σχολικό
πανοπτικό αναδύεται ένα καθεστώς αλήθειας, που
μορφοποιείται ως μηχανισμός γνώσης κι εξουσίας,
δηλαδή διαχείρισης του οντολογικού δυισμού του
τι είναι αληθές και τι είναι ψευδές. Το σχολείο
είναι μία μηχανή που λειτουργεί ως κόμβος ροών
στα πλαίσια του καπιταλισμού. Και:
«Κάθε κοινωνία έχει το καθεστώς αλήθειας
της, τη «γενική πολιτική» της αλήθειας:
δηλαδή τους διάφορους τύπους λόγου που
αποδέχεται και λειτουργεί ως αληθινούς· τους
μηχανισμούς και τα παραδείγματα που
καθιστούν κάποιον ικανό να διακρίνει
ανάμεσα σε αληθείς και ψευδείς δηλώσεις, τα
μέσα με τα οποία καθένας κυρώνεται· τις
τεχνικές και τις διαδικασίες εναρμονισμένες
με την αξία στην κατοχή της αλήθειας· το
στάτους εκείνων που κατηγορούνται με το να
λένε τι μετράει ως αλήθεια. [...] Στα πλαίσια
των καπιταλιστικών κοινωνιών [...] η
«πολιτική οικονομία» της αλήθειας χαρακτη-
ρίζεται από πέντε σημαντικά χαρακτηριστικά.
Η «αλήθεια» είναι κεντρική σε κάθε μορφή
επιστημονικού λόγου και των θεσμών που τον
παράγει· υπόκειται σε μία αδιάκοπη
οικονομική και πολιτική υποκίνηση (απαίτηση
της αλήθειας, τόσο για την οικονομική
παραγωγή όσο και για την πολιτική εξουσία)·
είναι το αντικείμενο κάτω από ποικίλες
μορφές αχανούς διάχυσης και κατανάλωσης
(κυκλοφορεί
μέσω
συσκευών
της
εκπαίδευσης και της πληροφορίας που η
έκταση τους είναι σχετικά πλατιά στο
κοινωνικό σώμα, που δεν αντέχουν ορι-
σμένους αυστηρούς περιορισμούς)· παρά-
γεται και μεταδίδεται κάτω από τον έλεγχο,
κυρίαρχο εάν όχι αποκλειστικό, από μερικές
σημαντικές
πολιτικές
και
οικονομικές
συσκευές (πανεπιστήμιο, στρατός, γράψιμο,
debate)· τέλος, είναι το θέμα ενός ολόκληρου
πολιτικού debate και κοινωνικής σύγκρουσης
(«ιδεολογικοί» αγώνες) (Foucault, 1980: 131-
132).
Και όσο κι αν το σχολείο θέλει να περνιέται ως
ανεξάρτητος θεσμός από την πολιτική στο επίπεδο
των γραμμομοριακών συνόλων, ως μηχανισμός
διακυβέρνησης
της
αλήθειας
παράγει
επιθυμητικές μηχανές, μέρη των υποκει-
μενοποιήσεων που λατρεύουν τον κυρίαρχο νεοφι-
λελεύθερο λόγο.
Οι υποκειμενοποιήσεις αρθρώνονται γύρω
από δύο βασικές επιταγές του καπιταλισμού:
«1. οι άνθρωποι να εκφράζονται με τρόπους
που
επιβεβαιώνουν
τον
καταμερισμό
εργασίας, 2. η επιθυμία να εκφράζεται μόνο
με τέτοιους τρόπους ώστε το σύστημα να
μπορεί να την αποζημιώνει, ή αυτή να γίνεται