Page 14 - Microsoft Word - τελικό αρχείο

Basic HTML Version

Ερμηνείες, ιδεολογία και κοινωνικό-ταξικό υπόβαθρο του φασισμού
Αλεξίου Θ.
Κοινωνίας Δρώμενα, τ. 2, 2014
14
σταθερά κοινωνικο-πολιτισμικά περιβάλλοντα στα
οποία αυτοί ζούσαν, τους καθιστούσαν λιγότερο
επιδεκτικούς στη δημαγωγία του εθνικοσοσι-
αλισμού. Αντίθετα οι εκκοσμικευμένες-νεωτερι-
στικές αξίες των προτεσταντών, τους καθιστούσαν
περισσότερο
επιδεκτικούς
στην
εθνικοσο-
ασιλασιτική ρητορική. Μόνο το 14% των καθο-
λικών ψήφισαν το 1932 τους Ναζί σε αντίθεση με
το 40% των μη καθολικών, κυρίως προτεσταντών,
που ψήφισαν τους Ναζί (Evans, 2003: 294). Τους
Ναζί ψήφισαν επίσης εργάτες που δεν είχαν
σταθερή εργασιακή σχέση, αλλά ούτε εμπειρία με
τον συνδικαλισμό, δηλαδή ανειδίκευτοι-χειρώ-
νακτες εργάτες, εργάτες με δουλειές του
ποδαριού, εργάτες που έκαναν μεροκάματα, αλλά
και ιδιωτικοί υπάλληλοι. Η εκλογική υποστήριξη
των ναζιστών στις εξορυκτικές κοινότητες του Ρουρ
ή στην υφαντουργική περιοχή του Chemnitz
Zwickau κ.ά. κάθε άλλο παρά είναι αντιπρο-
σωπευτική για την εκλογική συμπεριφορά της
γερμανικής εργατικής τάξης (Geary, 1988: 258).
Αντίθετα, μικροαστικά στρώματα (ελεύθεροι
επαγγελματίες, μικροβιοτέχνες, μικρέμποροι, α-
γρότες, κρατικοί υπάλληλοι κ.ά.) τάσσονταν κατά
μεγάλο μέρος υπέρ των εθνικοσοσιαλιστών (βλ.
και Winkler, 2012: 230). Οι εθνικοσοσιαλιστές
κυριάρχησαν σε αγροτικές περιοχές και σε πόλεις
έως 100.000 κατοίκων όχι όμως στα μεγάλα
βιομηχανικά κέντρα της Γερμανίας (Flechtheim,
1976: 318· Geary, 1988: 260).
Η κοινωνικο-επαγγελματική θέση των μελών
του φασιστικού κόμματος της Ιταλίας (
Partito
Nationale Fascista
) διαμορφώνεται ένα χρόνο πριν
την άνοδο του Mussolini στην εξουσία (1922) ως
εξής: εργάτες γης 24%, εργάτες πόλεων 15,4%,
σπουδαστές 13,8%, αγρότες-γαιοκτήμονες 12%,
ιδιωτικοί υπάλληλοι 9,8%, βιοτέχνες 9%, ελεύθεροι
επαγγελματίες 6,6%, δημόσιοι υπάλληλοι 4,8%,
βιομήχανοι 2,8%, εκπαιδευτικοί 1,1%, ναυτικοί
1,0% (Kühnl, 1979: 138). Παρόλο που ο φασισμός
αυξάνει εντυπωσιακά την εκλογική του δύναμη
αυτό δεν σημαίνει ότι έχει αποκτήσει κιόλας μια
συμπαγή κοινωνική βάση. Αυτός συνιστά στην
περίοδο εμφάνισής του ένα σκορποχώρι από
βετεράνους του πολέμου, λούμπεν και μικρο-
αστικά στοιχεία, μικροαστούς με μέσο μορφωτικό
επίπεδο κ.ά., ενώ στην περίοδο επικράτησής του
μετασχηματίζεται σε’ ένα διαταξικό κοινωνικό
συνονθύλευμα που υποστηρίζεται από μερίδες της
αστικής τάξης, από μεσαία στρώματα, από τις
παραδοσιακές ελίτ και τους μηχανισμούς του
κράτους (δικαιοσύνη, στρατό, αστυνομία κ.λπ.).
Εφόσον αυτή η υποστήριξη εξέλειπε, έμενε ο
εμφύλιος πόλεμος, όπως την Ισπανία το 1936, η
έκβαση του οποίου δεν θα ήταν οπωσδήποτε
επιτυχής για το φασισμό, πόσο μάλλον όταν τα
εργατικά κόμματα, κυρίως στη Γερμανία, διέθεταν
συμπαγή και ομοιογενή κοινωνική βάση από
εργάτες και μισθωτούς, όπως επίσης και ισχυρές
παραστρατιωτικές
ομάδες
που
το
1932
ξεπερνούσαν κατά πολύ αριθμητικά αλλά και από
άποψη φρονήματος τα «τάγματα εφόδου» (Geary,
1988: 261-262). Ούτε θα μπορούσε αυτή η
εκλογική βάση να διασφαλίσει, χωρίς τη φονική
τρομοκρατία (κυρίως στην Ιταλία), το δικαστικό
σύστημα (ιδιαίτερα για τη Γερμανία) και τη
βιομηχανοποίηση της καταστολής την άνοδο του
φασισμού στην εξουσία και τη διατήρησή του. Σε
κάθε περίπτωση όμως, ο φασισμός επικράτησε σε
χώρες όπου το εργατικό κίνημα ήταν ιδιαίτερα
οργανωμένο, η Γερμανία λόγου χάρη είχε το
μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα έξω από την
Σοβιετική Ένωση ή υπέστη οδυνηρές ήττες (Ιταλία,
Γερμανία) (βλ. και Payne, 2000: 676).
Υπογραμμίζουμε αυτά τα στοιχεία καθώς κατά
καιρούς διατυπώνεται η άποψη ότι ο φασισμός
στην Ιταλία ή ο εθνικοσοσιαλισμός στη Γερμανία
απέσπασαν την υποστήριξη της εργατικής τάξης.
Εκτός από τα στοιχεία που προαναφέραμε,
οφείλουμε επίσης να έχουμε υπόψη ότι τα
εργατικά κόμματα και στις δύο χώρες, αλλά
πρωτίστως στη Γερμανία, συνιστούσαν ολό-
κληρους οργανισμούς (πολιτικούς και συνδικα-
λιστικούς) που ήταν ιδεολογικά συγκροτημένοι,
επομένως δύσκολα θα μπορούσε να έχει απήχηση
η απλοϊκή «αντιπλουτοκρατική» φρασεολογία των
φασιστικών κομμάτων. Από την άλλη οι βιόκοσμοι
στους οποίους ζούσε και κινούνταν η εργατική
τάξη μαζί με τους μορφωτικούς και αθλητικούς
συλλόγους και φυσικά με τις συνδικαλιστικές και