Page 29 - Microsoft Word - τελικό αρχείο

Basic HTML Version

Η Κριτική Κοινωνιολογία ως κριτική της ιδεολογίας στην εποχή της κρίσης Μπαλικτσίογλου Χρ.
Κοινωνίας Δρώμενα, τ. 1, Σεπτέμβριος 2013
29
βρίσκεται στην καρδιά του καπιταλιστικού
συστήματος.
«[Ό]ταν διέρχεται κάποιος τη φαντασίωση, με
τη λακανική σημασία, αυτό σημαίνει ότι η
φαντασίωση τον διεκδικεί περισσότερο από
ποτέ, με την έννοια ότι ωθείται σε μιαν ακόμα
στενότερη σχέση με τον πραγματικό πυρήνα
της φαντασίωσης ο οποίος υπερβαίνει την
απεικόνιση» (Boothby στο Zizek, 2003: 30).
Ως εκ τούτου, σύμφωνα με τον Zizek, η
ψυχαναλυτική προσέγγιση προσπαθεί να μας
εξοικειώσει με την επίγνωση της ύπαρξης του
πραγματικού
με τη λακανική σημασία του όρου
την εμπειρία του οποίου είμαστε αδύναμοι να
αντέξουμε εάν δεν το μετατρέψουμε πρώτα σε
μυθοπλασία.
«Θα πρέπει να διακρίνουμε το κομμάτι εκείνο
της πραγματικότητας του οποίου η λειτουργία
έχει μεταβληθεί μέσω της φαντασίωσης
ούτως ώστε να γίνεται αντιληπτό ως
μυθοπλασία, μολονότι αποτελεί κομμάτι της
πραγματικότητας μας. Πολύ δυσκολότερο από
το να καταγγείλουμε/αποκαλύψουμε ως μυ-
θοπλασία την πραγματικότητα (ή αυτό που
εμφανίζεται ως πραγματικότητα) είναι να
αναγνωρίσουμε το κομμάτι της μυθοπλασίας
εντός της «πραγματικής» πραγματικότητας»
(Zizek, 2003: 32).
Η μεταμοντέρνα παράδοση στις κοινωνικές
επιστήμες, καθώς επίσης και η
νομιναλιστική
με-
θοδολογική αντίληψη του Βέμπερ, πασχίζει να
καταδείξει το γεγονός ότι αυτό που ορίζεται από
τους κοινωνικούς επιστήμονες ως μια πραγματική
αυθύπαρκτη οντότητα, ανεξάρτητη από την
συμβολική εργασία του πνεύματος, όπως για
παράδειγμα η
κοινωνική τάξη
ή οι
παραγωγικές
δυνάμεις,
δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια
ιδεατή
/
μη πραγματική
κατασκευή που η αφαι-
ρετική της υφή εξυπηρετεί τη μελέτη και την
κατανόηση των κοινωνικών φαινομένων. Στον
αντίποδα της συγκεκριμένης οπτικής η ψυχανά-
λυση σύμφωνα με τον Zizek μας ωθεί να αναγνωρί-
σουμε τον σκληρό πυρήνα της πραγματικότητας
μας σε ότι παραγνωρίζουμε ως
μυθοπλασία
. Με
αυτήν ακριβώς την έννοια ο Φρόιντ μας προτρέπει
να αντιμετωπίζουμε το όνειρο ως την πλέον
πραγματική εμπειρία που αντιδιαστέλλεται προς
την εμπειρία της πραγματικότητας μας.
Επιστρέφοντας στους κοινωνικά αποκλεισμέ-
νους η διέλευση της φαντασίωσης θα σήμαινε,
όπως μας διδάσκει το έργο του Bauman, να βρε-
θούμε αντιμέτωποι με αυτό που συμβολίζουν στο
φαντασιακό μας οι
Άλλοι
για τους εαυτούς μας.
Σημαίνει, με άλλα λόγια, να αναγνωρίσουμε ότι
όλα όσα απευθύνουμε συνειδητά στους
άλλους
τα
απευθύνουμε παράλληλα με έναν
ασυνείδητο
τρόπο στους ίδιους τους εαυτούς μας. Ή μάλλον
ακριβέστερα να αναγνωρίσουμε ότι η ίδια αυτή η
επικοινωνία μας με τους άλλους είναι ένας τρόπος
επικοινωνίας με τους εαυτούς μας. Ο
άλλος
μεσολαβεί για να επικοινωνήσουμε με τους εαυ-
τούς μας. Όπως σημειώνει ο Bauman:
«Όταν οι
κατεστημένες τάξεις
(….) έρχονται
αντιμέτωποι με τη συρροή των περιθωριακών
(….) έχουν κάθε λόγο να αισθάνονται ότι απει-
λούνται. Εκτός του ότι αντιπροσωπεύουν τον
μεγάλο άγνωστο
που όλοι οι
ξένοι ανάμεσα
μας
ενσαρκώνουν, οι συγκεκριμένοι περιθω-
ριακοί (οι πρόσφυγες δηλαδή) φέρνουν μαζί
τους μακρινούς απόηχους του πολέμου, τη
δυσοσμία καμένων χωριών και κατεστραμ-
μένων σπιτιών που δεν μπορούν παρά να
υπενθυμίζουν στους μόνιμους κατοίκους πό-
σο εύκολα θα μπορούσε να τρωθεί ή να
θρυμματιστεί το προστατευτικό περίβλημα
της δικής τους, οικείας και ασφαλούς… ρουτί-
νας και πόσο παραπλανητική είναι τελικά η
ασφάλεια του δικού τους οικισμού. Οι πρό-
σφυγες (όπως επεσήμανε ο Bertoll Brecht στο
Die Landschaft des Exils
), είναι
ein Bote des
Unglücks
– άγγελος κακών ειδήσεων» (Bau-
man, 2005: 111).
Στο παραπάνω απόσπασμα, ο Bauman αναφέ-
ρεται στους φόβους που εκτρέφει για τις ενταγ-
μένες κοινωνικά τάξεις η ρευστή
μετανεωτερική
ζωή και η οικονομική φιλελευθεροποίηση του ύ-
στερου καπιταλισμού. Για τα υποκείμενα της μετα-
νεωτερικής καπιταλιστικής κοινωνίας των επισφα-