Page 87 - Microsoft Word - τελικό αρχείο

Basic HTML Version

Η κοινωνιολογία ως επιστήμη και η χρησιμότητά της
Παπαρίζος Α.
.
Κοινωνίας Δρώμενα, τ. 2, 2014
87
Αν, επομένως, η εμπειρία είναι βέβαιο
γεγονός με το οποίο ξέρουμε τι μας γίνεται στην
καθημερινή μας ζωή, την οποία ελέγχουμε, τότε
γιατί
με
το
πρώτο
πρόβλημα
που
αντιμετωπίζουμε τρέχουμε σε έναν φίλο, σε μία
φίλη, σε έναν ειδικό να μας πει την γνώμη του
σχετικά με τις αποφάσεις που πρέπει να λάβουμε.
Ή, αν γνωρίζουμε πάρα πολύ καλά την
πραγματικότητα, όπως πιστεύουμε, τότε γιατί,
όπως λέμε στην καθημερινή γλώσσα, «τα
χάνουμε» τόσο συχνά και παθαίνουμε πανικό
τόσο εύκολα.
Κατά
τις
τελευταίες
κοινοβουλευτικές
εκλογές, επί παραδείγματι, άκουσα πολύ συχνά
τη γνώμη ότι «ο ελληνικός λαός βρίσκεται σε
σύγχυση». Μα εάν με βάση τις εμπειρίες μας
γνωρίζουμε τι συμβαίνει στην κοινωνία μας, γιατί
να βρισκόμαστε σε σύγχυση; Εάν γνωρίζουμε
ποιες είναι οι πραγματικές συνθήκες και τα
προβλήματα στην καθημερινή μας ζωή, στην
οικονομική ζωή, αλλά στην πολιτική ζωή της
κοινωνίας μας, τότε, γιατί να βρισκόμαστε σε
σύγχυση;
Άρα, είμαστε αναγκασμένοι να αποδεχθούμε
ότι μέσω τις καθημερινής μας εμπειρίας πολύ λίγο
γνωρίζουμε την πραγματικότητα στην οποία
ζούμε. Ακόμη και εμείς, οι κοινωνικοί επιστήμονες
και
οι
Κοινωνιολόγοι,
παρ’
όλο
που
ασχολούμαστε επισταμένα με τα ζητήματα που
ονομάζουμε ανθρώπινες σχέσεις, δεν θα
μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι τα γνωρίζουμε
πλήρως και ικανοποιητικά. Γνωρίζουμε, βέβαια,
πολύ περισσότερα από όσα μπορούν να
γνωρίζουν οι καθημερινοί ανειδίκευτοι άνθρωποι,
σε καμία όμως περίπτωση δεν θα μπορούσαμε να
αποκτήσουμε πλήρη γνώση, διότι η ιστορία και η
πραγματικότητα μεταβάλλονται καταπληκτικά
γρήγορα.
Το περίεργο είναι το εξής: ενώ, είμαστε
υπερήφανοι για τον Σωκράτη και τον Αριστοτέλη,
οι οποίοι ουσιαστικά ήταν κοινωνικοί επιστήμονες
και θεωρούσαν τις πολιτικές τέχνες ως
πραγματικές επιστήμες, την ίδια στιγμή αποδε-
χόμαστε ότι όλες οι γνώσεις που έχουν σχέση με
την κοινωνία είναι θεωρητικές και ως τέτοιες μη
άμεσα πρακτικές. Πριν από δύο χρόνια, επί
παραδείγματι, έλεγα σε ένα φίλο και συμμαθητή
μου ότι θα έπρεπε να προσέξει τους
λογαριασμούς του (έχει ένα μεγάλο κατάστημα
τροφίμων) διότι έρχεται οικονομική κρίση και ότι
όπως όλα δείχνουν θα είναι πολύ σοβαρή και θα
διαρκέσει. Δεν ρύθμισε τίποτε και όταν την
επόμενη χρονιά τον ρώτησα γιατί δεν έλαβε
υπόψη του την προειδοποίησή μου, η απάντηση
που έλαβα ήταν ότι όλα αυτά είναι θεωρητικά και
ότι η πράξη και η πρακτική είναι διαφορετικά. Η
κατάστασή του παρ’ όλα αυτά ήταν τόσο σοβαρή,
ώστε σκόπευε να κλείσει μία επιχείρηση η οποία
του έφερνε τουλάχιστον 70 με 80 χιλιάδες ευρώ
καθαρό κέρδος τον χρόνο. Κατά τα άλλα, όπως
μου επανέλαβε, αυτά που λέμε εμείς οι
Κοινωνιολόγοι και εν πολλοίς οι Οικονομολόγοι,
είναι όλα «θεωρίες», «σκέψεις», δηλαδή, και
διαπιστώσεις μη άμεσα εφαρμόσιμες.
Αυτό σημαίνει, με άλλα λόγια, ότι σύμφωνα
με την εντελώς λανθασμένη ιδεολογία που
κυριαρχεί στην Ελλάδα σχετικά με τις κοινωνικές
επιστήμες,
οι
δικαστές
στα
δικαστήρια
θεωρητικολογούν, οι νομικοί και οι δικηγόροι και
αυτοί θεωρητικολογούν, όπως μάλλον και οι
οικονομολόγοι, οι ανθρωπολόγοι και όλοι οι
άλλοι. Παρ’ όλα αυτά έρχεται κάποια στιγμή που
όλοι οι καθημερινοί άνθρωποι αναγνωρίζουν ότι
βρίσκονται σε σύγχυση και, σε απλά Ελληνικά,
«δεν ξέρουν τι τους γίνεται», τόσο στην
οικογένεια και στην προσωπική τους ζωή, όσο και
στο κόμμα τους, στην επιχείρησή τους, αλλά και
στο Πανεπιστήμιό τους.
Αρκεί, με άλλα λόγια, μια
κάποια μικρή κρίση και μόνον, για να προκύψει η
σύγχυση, να φανεί, δηλαδή, και να επιβεβαιωθεί
στον καθένα και σε όλους μαζί, ότι μικρή και
μόνον γνώση των πραγματικών συνθηκών,
θεσμικών σχέσεων και αιτίων που κινητοποιούν
τις πράξεις όλων γνωρίζουν πραγματικά οι
καθημερινοί άνθρωποι.