Page 8 - Microsoft Word - τελικό αρχείο

Basic HTML Version

Ερμηνείες, ιδεολογία και κοινωνικό-ταξικό υπόβαθρο του φασισμού
Αλεξίου Θ.
Κοινωνίας Δρώμενα, τ. 2, 2014
8
παλινόρθωση (Griffin, 1991: 26-27). Εντούτοις η
ουτοπία αυτή προσλαμβάνει στη φασιστική
ρητορική τα στοιχεία μιας
Schiksalgemeinschaft
(
κοινότητα πεπρωμένων
) (Goebbels, 1976: 314
κ.ε.) με έντονα τα ανορθολογικά-αισθητικά στοι-
χεία. Στο συγκεκριμένο συγκείμενο ο φασισμός
λειτουργεί σύμφωνα με τον Gentile (2007) ως
πολιτική θρησκεία. Βασικά μορφολογικά στοιχεία
αυτού του κινήματος και αυτής της «πολιτικής
θρησκείας» τότε είναι: α) η έμφαση στη Λαϊκή
Κοινότητα που βασίζεται στη φυλή, με το έθνος
όμως να βγαίνει από την ιστορία, που ακυρώνει
ασφαλώς την ταξική συγκρότηση των κοινωνιών,
β) η παραστρατιωτική οργάνωση (Mann, 2006), γ)
η έμφαση σε μια ιδεολογία που εκφράζεται
περισσότερο αισθητικά παρά θεωρητικά (μύθοι,
σύμβολα, τελετουργίες κ.λπ.) με απώτερο σκοπό
την κοινωνικοποίηση και την ανάδειξη του «νέου
ανθρώπου». Κοινός παρονομαστής αυτών των
προσεγγίσεων ανεξάρτητα από τις επιμέρους
διαφοροποιήσεις είναι η μέθοδός τους, καθώς
ερμηνεύουν το φασισμό ιδεολογικο-πολιτικά,
υποτιμώντας ή, και αγνοώντας ακόμη το ιδιαίτερο
βάρος του οικονομικο-ταξικού στοιχείου.
Βεβαίως στο βαθμό που ορίσουμε το φασισμό
ως πολιτική θρησκεία (Gentile, 2007), με την
έννοια ότι ο φασισμός έρχεται να καλύψει το κενό
που δημιούργησαν η εκκοσμίκευση και ο «θάνατος
του θεού», τίθεται το ερώτημα γιατί ο φασισμός
δεν εμφανίζεται σε άλλες χώρες, όπου
ενδεχομένως η υπαρξιακή (μεταφυσική) κρίση
είναι, όπως έχει υπογραμμίσει ο Bell είναι πολύ
πιο προχωρημένη (1999). Ο προσδιορισμός πάλι
του φασισμού ως ολοκληρωτισμού και η ταύτισή
του με τον κομμουνισμό, προσέγγιση που
διατυπώνεται από την Arendt (1986) και τον
Brzezinski με την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου
είναι επίσης προβληματικός (βλ. Πουλαντζάς,
1984: 102), καθώς συγκρίνει ανόμοια πράγματα
ενώ η Arendt αποκλείει από εδώ τον ιταλικό
φασισμό, ο οποίος όμως αυτοπροσδιορίζεται ως
ολοκληρωτικό καθεστώς (
stato totalitario
). Ως
γνωστόν ο φασισμός στρέφεται εναντίον των
«φυλετικών εχθρών», ενώ αποδεσμεύοντας τη βία,
όπως ο Sorel (1969), από ένα ορθολογικό πλαίσιο
δράσης τη μυθοποιεί . Αντίθετα, ο κομμουνισμός,
αφού έχει εκλογικεύσει την κοινωνική και
οικονομική συγκυρία, στρέφεται εναντίον του
ταξικού αντιπάλου με τη βία, όμως δεσμεύεται
πάντα σε ένα ορθολογικό πλαίσιο και συνιστά
μόνο ένα, μεταξύ άλλων, μέσο του ταξικού αγώνα.
Ο φασισμός εξαγγέλλει τη «συνεργασία των
τάξεων» (κορπορατισμός), πάντοτε, μέσα από το
έθνος έχοντας ως αναφορά την αυτάρκη
προκαπιταλιστική κοινότητα. Ο κομμουνισμός,
όμως, αξιώνει την κατάργηση των τάξεων αλλά και
του κράτους καθώς και την επαναφορά στην
κοινωνία λειτουργιών που αυτό έχει ιδιοποιηθεί
(αταξική κοινωνία). Ακόμα και η εννοιολόγηση της
πολιτικής πόλωσης, λόγου χάρη, στη Δημοκρατία
της Βαϊμάρης με όρους «θεωρίας των άκρων»
ταυτίζει ουσιαστικά το φασισμό με τον
κομμουνισμό (π.χ. Mazower, 2012). Από την άλλη
η έννοια του ολοκληρωτισμού, όπως αναφέρει ο
Paxton κρύβει περισσότερα από όσα φανερώνει
ενώ «χρησιμεύει ως άλλοθι για τις συντηρητικές
ελίτ που συνέδεσαν την τύχη τους με τους
φασίστες και σήμερα προσποιούνται ότι δεν
μπορούσαν να εναντιωθούν στην ολοκληρωτική
δικτατορία του Χίτλερ» (Paxton, 2010). Για να
συγκαλύψουν τις ευθύνες τους αστικοί κύκλοι και
συντηρητικές ελίτ μπορούν να ισχυρίζονται επίσης
πως αν δεν συμμαχούσαν με τον εθνικοσιαλισμό
θα υπερίσχυε ο μπολσεβικισμός που ήταν με βάση
την παραπάνω συλλογιστική ένα ολοκληρωτικό
σύστημα.
Ούτε οι ψυχολογικές ερμηνείες του φασι-
σμού, όπως αυτή του Reich (1986), που συνδέει τη
μαζική ψυχολογία του φασισμού με την
σεξουαλική καταπίεση ή αυτή της
Σχολής της
Φρανκφούρτης
που συνδέει την άνοδο του
εθνικοσοσιαλισμού με μια άκαμπτη και αυταρχική
κουλτούρα που παρήγαγε μια
«αυταρχική
προσωπικότητα»
μπορεί να είναι πειστικές, καθώς
η καταπίεση ή η αυταρχική κουλτούρα υπήρχε και
σε άλλες χώρες (Γαλλία, ΗΠΑ, Αγγλία κ.ά.).
Αντίθετα, προσεγγίσεις που συνδέουν την ένταση
και το χρόνο εκβιομηχάνισης με το φασισμό, με
την έννοια ότι χώρες που βιομηχανοποιήθηκαν
βιαστικά και με χρονική καθυστέρηση βρέθηκαν