Page 25 - Microsoft Word - τελικό αρχείο

Basic HTML Version

Ο ρατσισμός της ναζιστικής ξενοφοβίας
Κουζέλης Γ.
Κοινωνίας Δρώμενα, τ. 2, 2014
25
συμβατός με τον ξενόφοβο αυταρχισμό μπορεί να
είναι ο φιλελευθερισμός.
Στο λόγο της ΧΑ καταγράφεται όμως με
εύγλωττο τρόπο και μια άλλη οικεία αντιστροφή:
η μετάβαση από τη βιολογικοποίηση του κοινω-
νικού, που χαρακτήριζε τον άμεσο και κυριο-
λεκτικό ρατσισμό, στον πολιτισμικό ορισμό του
φυσικού. Η ελληνική φυλή, ή μάλλον η φυλή των
Ελλήνων προσδιορίζεται, με επιμονή στο φυσικό-
βιολογικό της καθεστώς, βάσει ιστορικο-πολι-
τισμικών στοιχείων που μετατρέπονται σε αχρο-
νικά και πάντα ήδη παγιωμένα.
Η συνήθης κίνηση είναι η απόδοση φυσικού
καθεστώτος σε αξίες, η αμφισβήτηση ή κατά-
πολέμηση των οποίων αποδίδεται στους δια-
φορετικούς και απειλητικούς «άλλους». Αν και οι
αξίες αυτές αντλούνται από την καθημερινότητα
στην οποία διαμορφώνονται μέσω λειτουργικών
στερεοτυπικών γενικεύσεων, μεταφράζονται σε
κατηγορικούς προσδιορισμούς μιας ψευδο-
φυσικής εθνοτικής ταυτότητας: ο Έλληνας είναι, ο
Έλληνας κάνει, ο Έλληνας πιστεύει... Ιεραρχώντας
τις φυσικοποιημένες αξίες, ο λόγος αυτός ιερ-
αρχεί φανταστικούς κινδύνους και λειτουργικές
εχθρότητες.
Μπορούμε, δηλαδή, να μιλήσουμε για μια
παράδοξη κίνηση παράλληλη με εκείνη που έχει
καταγραφεί στη βιβλιογραφία ως «φυσι-
κοποίηση» του έθνους και στην περίπτωση της
ελληνικής ΧΑ θα επεκτεινόταν και στη (δια του
αίματος) «φυσικοποίηση» του λαού, αλλά στην
αντίστροφη κατεύθυνση, για μια «πολι-
τισμικοποιήση» της φυλής. Θυμίζω πωςσύμφωνα
και με μια γνωστή διατύπωση (Poliakov,
Delacampagne & Girard, 1992), είναι ο ρατσισμός
που κατασκευάζει τη φυλή και την κατασκευάζει
βάσει ενός υλικού πολιτισμικών διακρίσεων. Αυτό
δηλαδή που ονομάστηκε «ρατσισμός χωρίς
φυλές» (Balibar & Wallerstein, 1991) ή «διαφο-
ριστικός ρατσισμός» (Taguieff, 1991), που
επενδύει την ισχύ και απολυτότητα της ρατσιστι-
κής πρακτικής σε διαφορές κοινωνικών έξεων και
επιμένει περισσότερο σε μη αναιρέσιμες πολιτι-
σμικές διαφορές παρά σε ζητήματα κληρονο-
μικότητας, δεν είναι «απλώς» ξενοφοβία, αλλά
όντως ρατσισμός «πολιτισμικοποιημένος» στο
πρότυπο του επιθετικότερου αντισημιτισμού. Η
«ως εάν» φύση του πολιτισμού, το ιστορικό και
κοινωνικό περιβάλλον, συνιστούν τους όρους
επιβίωσης ενός εθνοτικά δήθεν ενοποιημένου
πληθυσμού που πλέον έχει γίνει φυλή.
Κι αυτό έχει βεβαίως σημασία εξαιτίας ακρι-
βώς της τάσης άμβλυνσης της αποδιδόμενης α-
κρότητας και εν τέλει αποενοχοποίησης της ξενο-
φοβίας ως προερχόμενης από τον ίδιο τον ξένο
και τα δήθεν «δεδομένα» των κινδύνων με τους
οποίους συνδέεται η παρουσία του δίπλα μας. Η
απόδοση της θεσμοποιημένης, κρατικά νομιμο-
ποιημένης ρατσιστικής πολιτικής στο υποτιθέμενο
«πρόβλημα» των μεταναστών και προσφύγων
(«παράνομων» και «λαθρο-μεταναστών» στην
ορολογία αυτή) είναι η συνήθης δομή της αντί-
στοιχης ρητορικής. «Ψυχρό ρατσισμό» τον απο-
καλεί ο Rancière, αναφερόμενος στον υπο-
λογισμένο πολιτικό σχεδιασμό του (2010). Οι
δήθεν υγειονομικοί κίνδυνοι είναι η συνηθέστερη
και αποδοτικότερη ρατσιστική κατάληξη αυτού
του λόγου. Το αποτέλεσμα της στρατηγικής του
λόγου καταγράφεται εύγλωττα στην παρατήρηση
ότι αυτό που εντέλει καθίσταται φυσικός
παράγοντας δεν είναι η φυλετική κατάταξη, αλλά
η ρατσιστική συμπεριφορά (Balibar & Wallerstein,
1991).
Η αντικατάσταση της απαγορευμένης έκφρα-
σης
ράτσα
από την ευγενή λέξη
κουλτούρα
απλώς
ωραιοποιεί, λέει ο Adorno, τη βίαιη αξίωση
κυριαρχίας (1975: 277).
Βιβλιογραφία
Adorno, Theodor W. (1975) «Schuld und Abwehr»,
στο Adorno T.W.,
Soziologische Schriften II.
Zweite Hälfte
,
Gesammelte Schriften
τόμ. 9.2,
Φραγκφούρτη: Suhrkamp.